Τετάρτη 12 Μαΐου 2021

Μαχαιρά Ξηρομέρου: Τα πηγάδια αναβλύζουν μνήμη και ιστορία…

 



Αφιερωμένο στις Γυναίκες νεροκουβαλήτρες…

Γράφει η δρ Μαρία Ν. Αγγέλη


Το πηγάδι

Ετούτο το πηγάδι είναι βαθύ, καλοθεμελιωμένο.

Κρούσταλλο το νερό του, μα δεν πίνεται:

Υπάρχουν φλέβες μες στη γη που ’ναι φαρμάκι.

Γι’ αυτό κανένας δεν το συντηρεί,

κανένας δε γυρεύει τη δροσιά του.

Στέκεται μέρα-νύχτα σκεπασμένο,

γεμάτο αράχνες και σκουριά,

στοιχειό που διώχνει από κοντά του τους διαβάτες.

Μονάχα ο γυμνοσάλιαγκας δε το φοβάται:

σπίτι πιο σκοτεινό, πιο υγρό,

για το τεφρό κορμί του δεν υπάρχει.

[Λουκάς Θεοδωρακόπουλος, Από τη συλλογή «Πηγάδια και πηγές», (1960)].

«Κάθε τόπος, αστικός ή αγροτικός, εγγράφεται στο χρόνο και περικλείει ιστορία. Η ιστορία αυτή έχει αφήσει τα ίχνη της στο χώρο, στα αρχεία του τόπου, στη συλλογική μνήμη των ανθρώπων, στο ίδιο το τοπίο, στα κτήρια και στα κτίσματα, στους δρόμους και στα χωράφια, στα ποτάμια και στα λιμάνια, στο σύνολο των όψεων του τόπου και της κοινωνίας του.

Τα πάντα μπορούν αν ερωτηθούν κατάλληλα, ν’ αποκριθούν, να απαντήσουν για το παρελθόν του τόπου, το κοντινό ή μακρινό». [Bλέπετε: η Τοπική Ιστορία ως Πεδίο Σπουδής στο Πλαίσιο της Σχολικής Παιδείας, Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα, σελ.5].



Επέλεξα μια αναφορά στα πηγάδια γιατί παραπέμπουν στην καθημερινή ζωή και το νερό είναι απαραίτητο αγαθό επιβίωσης των ανθρώπων. Μέσα από τα πηγάδια θα αντλήσουμε πληροφορίες για την ύδρευση του χωριού και θα κατανοήσουμε όψεις της μικροϊστορίας του…



Εικόνα: Μαχαιρά Ξηρομέρου

Στο Ξηρόμερο το πρόβλημα υδροδότησης ήταν πολύ σημαντικό. Ο Μαχαιράς, όπως και άλλα χωριά, υπέφερε για χρόνια από την έλλειψη νερού. Η σύνθετη λέξη «νεροχλίψα», νερό και χλίψα, είναι ξηρομερίτικη.

Την έπλασαν οι Ξηρομερίτες για να εκφράσουν με αυτή τη θλίψη για την έλλειψη νερού. Και η φράση «θα γκανιάξουμε για νεράκι (= θα σκάσουμε από τη δίψα)», επίσης στο Ξηρόμερο ακούστηκε πολύ.

Για την υδροδότηση των νοικοκυριών και των ζώων είχαν δημιουργήσει πολλά πηγάδια μέσα στο χωριό αλλά και στην περιφέρεια. Όταν όμως δεν είχε πολλές βροχοπτώσεις τα πηγάδια στέρευαν νωρίς. Τότε άρχιζε το βάσανο κυρίως για τις γυναίκες. Έπρεπε να εξασφαλίσουν αυτό το αγαθό από τα διπλανά χωριά, Μπαμπίνη και Σκουρτού.

Κάποιες φορές όμως αυτό ήταν ακατόρθωτο γιατί αντιμετώπιζαν την απαγόρευση από τους κοντοχωριανούς που δεν τους επέτρεπαν να πάρουν νερό. Αρκετές οικογένειες για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας είχαν κατασκευάσει στέρνες στα νοικοκυριά τους.

Η μεταφορά του νερού από το πηγάδι στο σπίτι ήταν κυρίως γυναικεία εργασία, όπως προκύπτει από προφορικές αφηγήσεις. Το νερό από το πηγάδι το αντλούσαν με ένα ειδικό κουβά, «το σατίλι» που ήταν δεμένο σε χοντρό σχοινί, «την τριχιά».

Από τη συνεχή άντληση νερού δημιουργούνταν ραβδώσεις, «αυλακιές στο σφρά», το στόμιο του πηγαδιού. Αυλακιές και στα χέρια των γυναικών… Όταν γέμιζαν οι «νεροβάρελες», τα ξύλινα βαρελάκια για τη μεταφορά και αποθήκευση του νερού, έπρεπε να τις φορτώσουν στο ζώο, γαϊδούρι, μουλάρι… Η κάθε βαρέλα ζύγιζε 25 οκάδες, σύμφωνα με τους αφηγητές.

Η γυναίκα τη σήκωνε μόνη της και τη φόρτωνε στο ζώο με τη βοήθεια της φορτωτήρας. Φορτωτήρα, λέγεται ένα διχαλωτό, σκληρό ξύλο, απαραίτητο για τη φόρτωση και εκφόρτωση των ζώων.

Οι γυναίκες μετέφεραν νερό επίσης σε ποτίστρες,σε τενεκέδες και σε «γκιούμια». Αυτά δεν φορτώνονταν σε ζώα, αλλά στο κεφάλι τους. Τοποθετούσαν μια «πεδιλόγα» πρώτα στο κεφάλι και πάνω φόρτωναν το δοχείο. Πεδιλόγα ήταν ένα χονδρό ύφασμα τυλιγμένο σαν στριφτή τυρόπιτα! Για να χρησιμοποιήσω «μια γευστική» παρομοίωση του αδελφού μου…

Η Ξηρομερίτισσα γυναίκα δε φορτώθηκε στην πλάτη. Σήκωνε το φορτίο στο κεφάλι. Και όρθια, λυγερόκορμη, «λαμπαδένια» βάδιζε προς το σπίτι της. Η αλήθεια είναι ότι δεν είδα τις νεροκουβαλήτρες στο Μαχαιρά, γιατί το νερό ήρθε σχετικά νωρίς (1955). Στα Βλυζιανά όμως, το δεύτερο χωριό μου, είδα πολλές φορές τις γυναίκες να κουβαλάνε νερό σε δοχεία που σήκωναν στο κεφάλι και στα δυο χέρια τους!

To νερό εκεί ήρθε τον 21ο αιώνα! Θαύμαζα αυτές τις ηρωίδες που ανηφόριζαν τα δρομάκια του χωριού. Ορθώνονταν ως Καρυάτιδες στα μάτια ενός μικρού κοριτσιού! [Βλέπετε: ΜΑΡΙΑ Ν. ΑΓΓΕΛΗ, (ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ) «Βλυζιανά Ξηρομέρου: “Αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας…”, ο Γενέθλιος τόπος…»]




Εικόνα: Νεροβαρέλες. Από το βιβλίο: Αγγέλη Μαρία – Νάκου Δήμητρα, Τεχνίτες, Πραματευτάδες και Επαγγέλματα που χάθηκαν ή χάνονται…, Έκδοση Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αιτωλοακαρνανίας 1999.

Αναφέρονται και μερικές περιπτώσεις κατά τις οποίες κουβαλούσαν και άνδρες νερό με τα ζώα. Ο Γεράσιμος Παπατρέχας κατέγραψε μια προφορική μαρτυρία ενός Μαχαιριώτη, του Φακόλα.

Τη μεταφέρω: Κάποτε είχε αργήσει πολύ να βρέξει. Παραμονές Χριστουγέννων και στα πηγάδια δεν υπήρχε νερό. Τα νοικοκυριά είχαν ξεμείνει εντελώς. Οι γυναίκες δεν είχαν ούτε να ζυμώσουν. Πήγαν λοιπόν οι άντρες στο πέλαγο, στη λίμνη να πάρουν νερό. Γέμισαν τις νεροβαρέλες. Στο γυρισμό, εκεί στον Αη Γιάννη πάνω από τη Σκουρτού, έπιασε νεροποντή. Κατακλυσμός.

Τότε οι νεροκουβαλητές σκέφτηκαν ότι δε χρειάζεται να κουβαλήσουν το νερό. Άδειασαν το νερό και γύρισαν καβαλάρηδες στο χωριό. Εκεί όμως τους περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη. Οι γυναίκες δεν προνόησαν να γεμίσουν «τ’ αγγειά» με σταλάματα της βροχής!

Όπως προκύπτει από προφορικές αφηγήσεις τα πηγάδια δεν είχαν πάντα πολύ νερό. Επίσης σε κάποιες περιπτώσεις αναφέρεται ότι το νερό που είχαν δεν ήταν καθαρό. Ενδεικτικά παραθέτω:

«Πηγαίναμε στα πηγάδια και μαζεύαμε νερό. Οι γυναίκες βγάζανε το νερό και επειδή ήταν γεμάτο ψείρες, βγάζανε το μαντίλι που φορούσαν στο κεφάλι τους και το κάνανε σουρωτήρι. Σουρώνανε το νερό με αυτό και οι ψείρες μένανε στο μαντίλι. Μετά από το σούρωμα το νερό ήταν «καθαρό» και το πίναμε.

Τι να κάναμε; Είχαμε να πιούμε; Ξέρεις ότι το χωριό μας είχε σοβαρό πρόβλημα, δεν υπήρχε νερό. Μαρία, μπορεί να σου φαίνεται απίστευτο, αλλά δεν είχαμε να πιούμε. Το καλοκαίρι βάζαμε δροσερό νερό από τα πηγάδια στα «ασκιά» για να το κρατάνε κρύο. Δεν είχαμε ψυγεία τότε.

Κρεμάγαμε σε ένα δέντρο τ’ ασκί μας. Τα ασκιά τα φτιάχνανε οι ηλικιωμένοι από δέρμα κατσικιού. Τα είχανε σαν ψυγεία να φανταστείς… Άσε παιδί μου, τι μου θυμίζεις τώρα… Να είσαι καλά και να προκόβεις στη ζωή σου. Γράψτα αυτά, να τα μάθουν οι νέοι… Εγώ δε βλέπω τώρα να γράψω…» [Προφορική αφήγηση του Μαχαιριώτη Γάκια Παπατρέχα- Κάνια, γεν.1929].

Θα αναφερθώ επιγραμματικά στα πηγάδια που εξυπηρετούσαν το χωριό πριν έρθει το νερό. Ενδεικτικά σε πηγάδια που είναι μέσα στο χωριό: ο Κατρίλας και η Αράπω. Και σε πηγάδια που βρίσκονται στην περιφέρεια του χωριού. Ενδεικτικά τα πηγάδια στα Βρίστιανα.

Ο Κατρίλας: Στη γειτονιά μου, στα Μπαρμπαρσέικα, υπήρχε και διατηρείται ως σήμερα (2020) ένα πηγάδι με ιδιαίτερο όνομα: Κατρίλας!! Όνομα γένους αρσενικού. Προκαλεί γέλιο το όνομά του. Δεν έχω ακούσει κάποια εξήγηση του ονόματος. Υποθέτω θα του δόθηκε λόγω μιας χρήσης του νερού που κουβαλούσαν από αυτό οι γυναίκες: το πλύσιμο των βρώμικων ρούχων, «των κατουρημένων» κυριολεκτικά ή μεταφορικά.

Εδώ θυμάμαι τους στίχους:
«Η κατρίλω πάει να πλύνει
Κι η βροχή δεν την αφήνει
Άσε με μωρή βροχούλα μ’
Να ξεπλύνω τη βρακούλα μ’»
Το έχω ακούσει στα παιδικά μου χρόνια και γελούσα με το νόημα …


Ο Κατρίλας έπαιξε σημαντικό ρόλο στα νοικοκυριά της εποχής. Θυμάμαι κάποιες φορές τις γυναίκες που γύριζαν από το μάζεμα άγριων χόρτων, τις λαχανομαζώχτρες, να σταματάνε στο πηγάδι για να τα πλύνουν και να τα μεταφέρουν καθαρά στο σπίτι για μαγείρεμα. Πόσες γραφικές εικόνες συγκρατώ στη μνήμη μου.

Θυμάμαι επίσης την αυστηρή διαταγή των μανάδων: «μην πάτε στο πηγάδι για παιχνίδι». Υπήρχε ο κίνδυνος να πνιγούμε. Συνέβαιναν σε κάποια χωριά τέτοια δυσάρεστα περιστατικά.

Σ’ ένα πνιγμό αναφέρεται το γνωστό δημοτικό τραγούδι: η Γερακίνα. Βέβαια δεν έγιναν όλοι οι πνιγμοί τραγούδι, όπως ο πνιγμός αυτής της γυναίκας… «Κίνησε η Γερακίνα για νερό… κι έπεσε μέσ’ το πηγάδι…»

Η Αράπω. Πηγάδι με όνομα γένους θηλυκού. Βρίσκεται δίπλα στο χωράφι της οικογένειας Xρήστου Γκούμα. Πάλι για το όνομα Αράπω δεν υπάρχουν πληροφορίες. Και δυσκολεύομαι να κάνω υποθέσεις. Η χρήση του ονόματος Αράπης , Αράπισσα, Αράπω, στα παραμύθια αφορούσε τον βρώμικο άνθρωπο σκοτεινού χρώματος.

Με βάση αυτό μπορούμε να πούμε ότι ίσως το όνομα δόθηκε γιατί από εδώ θα καθάριζε η βρωμιά της Αράπως… Όταν δεν έχουμε γραπτές ή προφορικές μαρτυρίες τότε μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε.
-Αν κάποιος χωριανός γνωρίζει κάτι συγκεκριμένο θα χαρώ να μας ενημερώσει…

Πηγάδια στην περιφέρεια: Υπήρχαν αρκετά πηγάδια σε διάφορες περιοχές όπως: στη Βρωμόβρυση, στην Πλατή, στο Λυκοδόντι, στο Βυρτκό, στις Χωραφιές και άλλα. Ενδεικτικά θα αναφερθώ στην περιοχή Βρίστιανα. Σ’ αυτή υπήρχαν τέσσερα πηγάδια. Το κάτω πηγάδι, το μεσαίο πηγάδι, ο Πόντικας και το Παλιοπήγαδο. Η ύπαρξη τόσων πηγαδιών ήταν αναγκαία φαίνεται για την εξυπηρέτηση των αναγκών της κτηνοτροφίας που αναπτύχτηκε στην περιοχή. [Βλέπετε: Ξηρόμερο.Χώματα με ιστορία ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΑ ΜΑΝΑΣΤΡΑΚΙΑ ΚΑΙ ΒΡΙΣΤΙΑΝΑ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ]

Τώρα που καταγράφω στον υπολογιστή μου ελάχιστα για ένα Μέγιστο θέμα Τοπικής Ιστορίας του Ξηρομέρου, βλέπω το κοπάδι του πατέρα μου, ακούω τη μουσική από τα καλοταιριασμένα κύπρια, ακούω το νερό που αντλούσε με το σατίλι του και το έριχνε στον κορύτο που ήταν δίπλα στο διάζωμα του μεγάλου πηγαδιού. Μυρίζω τη φύση, τα ζώα και τον ιδρώτα του ανθρώπου που έβγαζε δεκάδες σατίλια για να ποτίσει τα ζωντανά του…

Χαράσσονταν τα χέρια του από την τριχιά με την οποία έδενε το σατίλι. Χαράσσονταν και το στόμιο του πηγαδιού. Ύστερα κατάκοπος ξεπλενόταν στον κορύτο κι ο ίδιος. Μετά το πότισμα των ζώων έπλενε τα πόδια, τις κάλτσες και έπιανε τον ίσκιο ενός δέντρου για να ξαποστάσει. Τα ίδια βίωναν κι όλοι οι τσοπάνηδες της περιοχής. Χαράσσονταν στη μνήμη μου οι αφηγήσεις του πατέρα σχετικά με την τσοπάνικη ζωή…




Ο πατέρας όσο διατηρούσε το κοπάδι φρόντιζε και το πηγάδι. Σεβόταν την προσφορά του και του ανταπέδιδε ευγνωμοσύνη. Καθάριζε με το χαντζάρι του τις αγριοσυκιές που φύτρωναν γύρω από το «σφρά». Έτσι έλεγαν στο χωριό το στόμιο του πηγαδιού. Αλλού το λένε «φιλιατρό». Καθάριζε συνέχεια τον κορύτο για να διατηρείται καθαρός. Τα γίδια αγαπούν την καθαριότητα και δεν πίνουν σε βρώμικο κορύτο…

Τα μεταγενέστερα χρόνια ο «σφρας» έκλεισε σχεδόν από τα κλαδιά. Το πηγάδι, ως άχρηστο πια, αφέθηκε στην παρακμή του. Το διάζωμα ξεκόλλησε κι αυτό και έπεσε. Έσβησαν και τα γράμματα που είχαν χαράξει πάνω του κάποιοι που έζησαν σιμά του και ξεδίψασαν από το δροσερό νερό του…


Παραθέτω την προφορική μαρτυρία ενός παιδιού τότε, ενός υπέργηρου σήμερα:

«Όταν είμαστε πιτσιρίκια ήταν οι Γερμανοί στο χωριό. Εκείνοι φκιάχνανε το σφρά του. Εμείς μια παρέα παιδιά πήγαμε εκεί για παιγνίδι… Είδαμε που το χτίζανε. Ο ένας από αυτούς έχτιζε με το αριστερό χέρι. Τότε πώς μου ’ρθε εμένα, τι μ’ έπιασε, από χαζομάρα, λέω: «Για κοιτάξτε παιδιά, αυτός είναι ζερβοκούτης!». Τ

ι ήταν να το πω. Μ’ ακούει ο Γερμανός και του φάνηκε μάλλον ότι είπα κάτι για το Ζέρβα! Έπιασε αυτή τη λέξη.
Με αρπάζει να με ρίξει στο πηγάδι! Με βουτάει ο άλλος λοχίας, ένας Αυστριακός, με παίρνει από τα χέρια του και με γλυτώνει… “GEH!GEΗ!”«Φύγε! Φύγε!», μου φωνάζει.

Αυτό το περιστατικό δεν το ξέχασα ποτέ. Και λέω ό,τι και να περάσεις άμα είναι να ζήσεις, θα ζήσεις. Που λέει η παροιμία: «όπου του μέλει να πνιγεί ποτέ του δεν παθαίνει».[Προφορική αφήγηση του Γάκια Παπατρέχα – Κάνια γεν. 1929]

Θα αναφέρω και ένα «κωμικοτραγικό» γεγονός που συνέβη σε πηγάδι του χωριού. Συνήθως από κούραση ή απροσεξία γλιστρούσε η τριχιά που ήταν δεμένος ο κουβάς, «το σατίλι» από τα χέρια κι έπεφτε μάσα στο πηγάδι. Πρώτη φορά άκουσα να πέφτει γάϊδαρος μαζί με το φορτίο του!

Ήταν εποχή του φυτέματος καπνού. Για το πότισμά του κουβαλούσαν νερό από τα πηγάδια. Δυο παιδιά, ο Γιώργος Κουβέλης, «Βιτλάντζας» και η αδελφή της Καλλιόπης Νικήτα κουβαλούσαν νερό από το πηγάδι στο χωράφι τους προς τα καλαμάκια. Δωδεκάχρονα παιδιά τότε. Αφού γέμισαν τα παφίλια στα οποία μετέφεραν το νερό, ήταν έτοιμα να οδηγήσουν το γάϊδαρο στο χωράφι.

Για κάποιο λόγο ο γάϊδαρος πηδάει μέσα στο πηγάδι! Φωνάζουν τα παιδιά βοήθεια! Τρέχουν όσοι φύτευαν εκεί κοντά να βοηθήσουν… Το πηγάδι ευτυχώς δεν ήταν βαθύ και δεν είχε πολύ νερό. Μπαίνει μέσα ο Μήτσος Παπαστάμος, ο «Μπουραζάνης» και σπρώνει έξω το ζώο μαζί με τα παφίλια! Να σημειώσουμε ότι ο «Μπουραζάνης» είχε τεράστια δύναμη…

Αυτό το περιστατικό είχε σημαδέψει τη μνήμη του μικρού Γιώργου τότε, του παιδιού «νεροκουβαλητή» και το ανέφερε υπέργηρος στην Πόπη Γκούμα. Μαζί με άλλα περιστατικά που βίωσε μέχρι να φύγει από τη φτώχεια του χωριού και να εγκατασταθεί στην Αθήνα, όπου και είχε σημαντική εξέλιξη.

Το κορίτσι, η «νεροκουβαλήτρα», ήταν η Τασία Μαυρογιώργου που «καλοπαντρεύτηκε» στην Καβάλα και έζησε άνετα. Αυτό είχα ακούσει η ίδια να αναφέρει η γειτόνισσά μας Καλλιόπη Μαυρογιώργου – Νικήτα για την αδελφή της. [Βλέπετε σχετικά με την παιδική εργασία στον καπνό: Μ. Ν. Αγγέλη, «Καπνός:Τα παιδιά των χωραφιών…», http://www.epoxi.gr/Themata/themata033.htm]

Ήρθε το νερό! Όταν «ήρθε το νερό» στο χωριό εγκαταλείφτηκαν τα πηγάδια. Το νερό στη δεξαμενή του χωριού ήρθε από το Περγαντί το 1955. Τότε πήραν μια ανάσα τα νοικοκυριά και ιδιαίτερα οι γυναίκες που επωμίζονταν όλες τις σπιτικές εργασίες… Όμως το νερό δεν ήταν ανοιχτό ολημερίς. Ο υπεύθυνος άνοιγε κάποιες ώρες. Συνήθως πρωινές για να μπορέσουν οι νοικοκυρές ν’ αποθηκεύσουν για πόσιμο, για μαγείρεμα, για καθαριότητα και για τα κηπευτικά τους.

Είχαν διάφορα σκεύη αποθήκευσης του για το νοικοκυριό και βαρέλια για τον κήπο. Πάλι η κατανάλωση του νερού ήταν μετρημένη για να επαρκεί μέχρι την επόμενη μέρα. Και μάλιστα τους καλοκαιρινούς μήνες που η κατανάλωση μεγαλώνει υπήρχε μια έλλειψη νερού… Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι την τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα.

Το 1992, για δεύτερη φορά ήρθε το νερό! Έγινε γεώτρηση στην περιοχή Παλιάμπελα το 1990 και αντλήθηκε πολύ νερό. Αυτό το έργο έγινε επί προεδρίας Ταξιάρχη Κουτρουμάνου. Ο χωριανός μας Πυθαγόρας Σαμαράς, πρώην δήμαρχος Αστακού, συμμετείχε με μια σημαντική προσφορά. Και αυτή τη φορά ήρθε νερό «άμπλας»(=άφθονο) για να χρησιμοποιήσω τη λαϊκή έκφραση!

Σύσσωμο το χωριό βρέθηκε στα εγκαίνια του έργου το 1992. Οι βρύσες επιτέλους άνοιγαν συνεχόμενα και ο κόσμος απολάμβανε αυτό το αγαθό της φύσης. Οι γυναίκες πανηγύριζαν από τη χαρά τους. Είχαν άφθονο νερό για την πάστρα του σπιτιού, τα λουλούδια, τα κηπευτικά και το φυντάνι τους…


Εικόνα: Χειρόγραφο σημείωμα του Χρήστου Γκούμα

Στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα οι χωριανοί πάλι έχουν πρόβλημα νερού. Με λύπη διαπιστώνεται τα τελευταία χρόνια ότι το νερό είναι ακατάλληλο προς πόση. Οι κάτοικοι προμηθεύονται εμφιαλωμένο νερό και από τη νεροφόρα που φέρνει νερό Κορπής. Ευτυχώς είναι κοντά οι πηγές Κορπής.

Υπάρχουν αρκετές παροιμίες εμπνευσμένες από το νερό και το πηγάδι. Ενδεικτικά θα αναφέρω:

1.-«Είπαμε το νερό νεράκι». Με αυτή την παροιμία εξέφραζαν οι ξηρομερίτες τη δίψα τους.
2.-«Πνίγεται σε μια κουταλιά νερό». Η παροιμία αναφέρεται σε περίπτωση που κάποιος δυσκολεύεται σε κάτι που δείχνει να είναι εύκολο.
3.-«Κατουράω στο πηγάδι». Η παροιμία αναφέρεται συχνά για να εκφράσει κάποιος το παράπονό του για την αδικία που γίνεται σ’ αυτόν, όταν δεν έχει ίση μεταχείριση με άλλους. Παλιότερα όταν κάποιος τολμούσε να κατουρήσει στο πηγάδι από το οποίο έπαιρνε νερό το χωριό , τότε όλοι οι χωριανοί τον περιθωριοποιούσαν!
4.-«Μη ρίχνεις πέτρα στο πηγάδι που σε δρόσισε». Η παροιμία αναφέρεται σε περιπτώσεις που κάποιος στρέφεται εναντίον αυτού που κάποτε τον ευεργέτησε.

Συνοψίζοντας:

Τα πηγάδια σε δύσκολες περιόδους έχουν προσφέρει τη δροσιά και το νεράκι σε ανθρώπους και ζώα. Είναι άδικο να καταρρέουν εγκαταλελειμμένα στη φθορά του χρόνου.

Οι χωριανοί σε συνεργασία με αρμόδιους φορείς μπορούν να προχωρήσουν στη συντήρηση έστω κάποιων πηγαδιών. Είναι στοιχεία της Ταυτότητας ενός χωριού του Ξηρομέρου. Είναι δείγματα λαϊκής αρχιτεκτονικής. Είναι Τόποι Μνήμης και ιστορίας. Και αν διατηρηθούν, θα αφηγούνται την ιστορία του χωριού στις νεότερες γενιές…

Ας μη ρίξουμε πέτρα στα πηγάδια που μας δρόσισαν…

Πηγή: Agriniopress 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.